Κατηγορίες
Διεθνή

Από τη μια η ανησυχία αλλά από την άλλη… το ΔΝΤ για τη φορολόγηση της τεχνητής νοημοσύνης

Οι νέες εφαρμογές της τεχνητής νοημοσύνης (artificial intelligence, AI) χρησιμοποιούνται όλο και περισσότερο από τις επιχειρήσεις σε μία σειρά κλάδων καθώς τα οφέλη τους είναι προφανή για την παραγωγικότητα και την κερδοφορία τους.

Πολλοί κάνουν λόγο για νέα επανάσταση στην οικονομία, αντίστοιχη με αυτή του διαδικτύου στα τέλη του 20ου αιώνα και άλλων μεγάλων εφευρέσεων σε προηγούμενες περιόδους.

Από την άλλη πλευρά, όμως, είναι έντονες οι ανησυχίες ότι η δημιουργική ΑΙ θα οδηγήσει, τουλάχιστον σε μία μεταβατική φάση, σε αύξηση της ανεργίας μεγαλύτερης κλίμακας από ό, τι κατά την εισαγωγή αυτοματισμών στην παραγωγική διαδικασία στο παρελθόν. Και αυτό γιατί οι νέες εφαρμογές της ΑΙ μπορούν να υποκαθιστούν όχι μόνο ανειδίκευτους εργαζόμενους αλλά και εργαζόμενους που έχουν δεξιότητες.

Μία σημαντική μείωση της απασχόλησης, εφόσον πράγματι υπάρξει, θα έχει ως συνέπεια να μειωθούν και τα φορολογικά έσοδα από την εργασία και επομένως να υπάρξουν πιέσεις στα δημόσια οικονομικά των χωρών, σε μία περίοδο που αυτές θα πρέπει να ενισχύουν τις δαπάνες τους για επιδόματα ανεργίας και για την εκπαίδευση των ανέργων σε νέες δεξιότητες, απλώνοντας ένα κοινωνικό δίχτυ ασφαλείας.

Επιπλέον, οι ανάγκες για αυξημένες δαπάνες κοινωνικής προστασίας θα συμπέσουν με άλλες ανάγκες για αυξημένες δαπάνες για την πράσινη και ψηφιακή μετάβαση και λόγω της γήρανσης του πληθυσμού σε πολλές αναπτυγμένες χώρες.

Για να αντιμετωπισθεί ο κίνδυνος από μία τέτοια εξέλιξη και να υπάρξει ευρύτερη διάχυση στον πληθυσμό του οικονομικού οφέλους της τεχνητής νοημοσύνης, το Διεθνές Νομισματικό Ταμείο υποστηρίζει σε έκθεσή του ότι πρέπει να ενισχυθεί η αναδιανεμητική λειτουργία της δημοσιονομικής πολιτικής.

Στην κατεύθυνση αυτή, το ΔΝΤ σημειώνει ότι η φορολογία στο εισόδημα από κεφάλαιο μειώνεται στις αναπτυγμένες οικονομίες σταθερά από τη δεκαετία του 1980, έχοντας υποχωρήσει κοντά στο 20%, ενώ αντίθετα η φορολογία της εργασίας αυξάνεται και κινείται πάνω από το 30% κατά μέσο όρο. Η τάση αυτή, σύμφωνα με το ΔΝΤ, πρέπει να αντιστραφεί με την αύξηση της φορολογίας των επιχειρήσεων, ώστε να αποφευχθεί η διάβρωση της φορολογικής βάσης.

Το Ταμείο σημειώνει ότι ο παγκόσμιος ελάχιστος φόρος 15% στις πολυεθνικές επιχειρήσεις, στον οποίο έχουν συμφωνήσει περισσότερες από 140 χώρες, είναι ένα βήμα στη σωστή κατεύθυνση, το οποίο θα πρέπει βέβαια να εφαρμοστεί. Από εκεί και πέρα κάνει λόγο και για άλλα μέτρα, όπως η επιβολή πρόσθετου φόρου στα υπερκέρδη, ένας φόρος που έχει βρεθεί την τελευταία διετία στο επίκεντρο συζήτησης και αποφάσεων και στην Ευρωπαϊκή Ένωση λόγω των υπερκερδών που είχαν ενεργειακές εταιρείες. Ο φόρος αυτός εφαρμόστηκε και στην Ελλάδα, για τα έκτακτα κέρδη που είχαν τα διυλιστήρια το 2022 και θα εφαρμοστεί και για τα κέρδη τους το 2023, σύμφωνα με την απόφαση που ανακοίνωσε την Πέμπτη η κυβέρνηση για την επιβολή πρόσθετου φόρου 33% που θα αποφέρει έσοδα 300 εκατ. ευρώ, τα οποία θα διατεθούν κυρίως για τη στήριξη των χαμηλοσυνταξιούχων.

Στην εποχή της τεχνητής νοημοσύνης, η φορολογία υπερκερδών θα πρέπει, σύμφωνα με το πνεύμα της ανάλυσης του ΔΝΤ, να είναι πολύ γενικότερη, καθώς θα αφορά περισσότερους κλάδους της οικονομίας. Το Ταμείο προτείνει επίσης την αύξηση της φορολογίας στα κέρδη από το κεφάλαιο.

Μία τέτοια αναδιάρθρωση της φορολογικής πολιτικής θα εξασφάλιζε τους πόρους που θα χρειαστούν για τις υψηλότερες δαπάνες για επιδόματα ανεργίας και θα περιόριζε τις αυξημένες ανισότητες στην κατανομή του πλούτου. Το ΔΝΤ θεωρεί ότι στις περισσότερες χώρες υπάρχει περιθώριο για μεγαλύτερο εύρος κάλυψης των ανέργων και πιο γενναιόδωρη στήριξη τους.

Πηγή: ΑΠΕ-ΜΠΕ
Κατηγορίες
Διεθνή

Το ΔΝΤ προτρέπει τις ευρωπαϊκές κυβερνήσεις να μην στηρίξουν τους αγρότες; Ίσως “μετανιώσετε” τις ενισχύσεις που υπόσχεστε στους αγρότες

Η γενική διευθύντρια του Διεθνούς Νομισματικού Ταμείου Κρισταλίνα Γκεοργκίεβα είπε πως “κατανοεί” τις δυσκολίες των αγροτών που διαδηλώνουν για μέρες σε χώρες της Ευρώπης, ειδικά στη Γαλλία, στο Βέλγιο και στη Γερμανία, τόνισε μολαταύτα πως την ανησυχεί το ότι τα κράτη παρατείνουν τις κρατικές ενισχύσεις, αντί να προχωρήσουν στην κατ’ αυτήν “απαραίτητη” δημοσιονομική σταθεροποίηση.

Μιλώντας στον Τύπο η Κρισταλίνα Γκεοργκίεβα διαβεβαίωσε πως “κατανοεί, από ανθρώπινη άποψη” ότι οι αγρότες “αντιμετωπίζουν πολλές δυσκολίες” και “δεν είναι εύκολο να κάνει κάποιος τη δουλειά που κάνουν”.

Όμως αν η διάθεση ενισχύσεων “βάζει τις κυβερνήσεις με την πλάτη στον τοίχο και τις εμποδίζει να κάνουν αυτό που είναι απαραίτητο για να ενισχυθούν οι οικονομίες τους, υπάρχει κίνδυνος να έρθει η στιγμή που ίσως το μετανιώσουν”, πρόσθεσε.

Το ΔΝΤ επιμένει εδώ και μήνες ότι τα κράτη, ιδιαίτερα τα πιο πλούσια, πρέπει προοδευτικά να τερματίσουν τα μέτρα στήριξης που είχαν προωθήσει για να στηρίξουν τις οικονομίες τους επί πανδημίας, κατόπιν για να αμβλύνουν το πληθωριστικό σοκ, και τις συνέπειες της εισβολής της Ρωσίας στην Ουκρανία.

Η Κρισταλίνα Γκεοργκίεβα έχει υπογραμμίσει επανειλημμένα τον κίνδυνο τα κράτη να αναγκαστούν να αντιμετωπίσουν οικονομικά σοκ χωρίς τα απαραίτητα δημοσιονομικά περιθώρια, καθώς τα επιτόκια δανεισμού έχουν αυξηθεί πολύ τα τελευταία χρόνια.

“Συζήτησα με ορισμένο αριθμό αξιωματούχων, ιδίως υπουργούς Οικονομικών, που αναγνωρίζουν την ανάγκη να υπάρξει δημοσιονομική σταθεροποίηση, αλλά λένε επίσης πως είναι δύσκολο να τερματίσουν την υποστήριξη”, είπε.

Το ΔΝΤ εισηγείται να “εξετάσετε με συνολικό τρόπο πώς να αποκτήσετε τα απαραίτητα περιθώρια. Μπορείτε να αυξήσετε τα έσοδά σας; Να εγγυηθείτε την ποιότητα των δαπανών σας; Υπάρχει κάτι παραπάνω που μπορείτε να κάνετε;”

Οι κυβερνήσεις βρίσκονται “υπό τεράστια πίεση να επενδύσουν στην ανταγωνιστικότητα, στην πράσινη οικονομία, στην κατάρτιση και στα ταλέντα όσον αφορά την ψηφιακή οικονομία, από πού θα μπορέσουν να έλθουν όλα αυτά τα χρήματα; Η εξυπηρέτηση του χρέους αυξάνεται. Η δημόσια υποστήριξή σας αυξήθηκε για καλούς λόγους και πιέζεστε να συνεχίσετε να ξοδεύετε”, επέμεινε η κυρία Γκεοργκίεβα.

Οι διαδηλώσεις των αγροτών στη Γαλλία και στη Γερμανία ειδικά εξώθησαν τις κυβερνήσεις του προέδρου Εμανουέλ Μακρόν και του καγκελάριου Όλαφ Σολτς να πολλαπλασιάσουν τις εξαγγελίες τους.

Στη Γαλλία, πέρα από την ενίσχυση των νόμων EGalim (σ.σ. États généraux de l’alimentation), που είχαν σκοπό να εμποδιστεί οι παραγωγοί να πληρώνουν το κόστος των πολέμων τιμών μεταξύ διανομέων, και την χαλάρωση διαφόρων κανόνων, η κυβέρνηση εξήγγειλε μέτρα με κόστος περίπου 400 εκατομμυρίων ευρώ.

Πηγή: ΑΠΕ-ΜΠΕ

Exit mobile version