Σύμφωνα με την ανακοίνωση, (Έκτακτη Ιερατική Σύναξη που συνήλθε την Πέμπτη 22/2 στη Μητρόπολη Πειραιά με θέμα «Αντιμετώπιση των συνεπειών της ψήφισης του νόμου για τον γάμο ατόμων του ιδίου φύλου») η ψήφιση του συγκεκριμένου νόμου ακυρώνει τον «θείο νόμο» και ακολούθως οι βουλευτές που τον ψήφισαν «οικειοθελώς έχουν εκπέσει της χριστιανικής τους ιδιότητας».
Ολόκληρη η ανακοίνωση:
Στόν Πειραιᾶ σήμερα 22 Φεβρουαρίου 2024 ἡμέρα Πέμπτη καί ὥρα 11η πρωϊνή στόν Καθεδρικό Ναό τῆς Παναγίας Τριάδος Πειραιῶς συνήλθαμε κατόπιν προσκλήσεως τοῦ Σεβασμιωτάτου Μητροπολίτου Πειραιῶς, Φαλήρου, Ἁγίου Ἰωάννου Ρέντη καί Δραπετσώνας κ. ΣΕΡΑΦΕΙΜ, σέ ἔκτακτη ἱερατική σύναξη μέ θέμα: « Ἀντιμετώπισις τῶν συνεπειῶν ψηφίσεως τοῦ νόμου διά τόν “γάμον” ἀτόμων τοῦ ἰδίου φύλου», N. 5089 ΦΕΚ Α΄ 27/17.2.2024.
Ὁ Σεβ. Μητροπολίτης Πειραιῶς κ. ΣΕΡΑΦΕΙΜ ἐτοποθετήθη δεόντως ἐπί τοῦ ἀνακύψαντος ζητήματος ἀνατροπῆς τῆς ἀνθρώπινης ὀντολογίας καί φυσιολογίας καί τῆς ἐφαρμογῆς τῆς «woke» ατζέντας διά τήν ἀποδόμηση τοῦ χριστιανικοῦ δόγματος, ἤθους καί πολιτισμοῦ καί γενομένης διεξοδικῆς συζητήσεως ἐκ προσώπου καί τῶν Ἐκκλησιαστικῶν Συμβουλίων καί Διαχειριστικῶν Ἐπιτροπῶν τῶν Ἐνοριῶν καί καθιδρυμάτων τῆς Ἱ. Μητροπόλεώς μας, συναποφασίσαμε τήν ἔκδοση τοῦ παρόντος ψηφίσματος.
ΨΗΦΙΖΟΥΜΕ ΤΑ ΑΚΟΛΟΥΘΑ
1. Η ναύλοχος πόλη του Πειραιά, το πρώτο λιμάνι της Χώρας είναι μία Παναγιοσκέπαστη πόλη, όπως επιμαρτυρούν και αποδεικνύουν τα ιστορικώς διακριβωμένα θαύματα της Υπεραγίας Δεσποίνης ημών Θεοτόκου και Αειπαρθένου Μαρίας, που καταγράφονται σε εφημερίδες και έντυπα της εποχής, όπως τα παρουσιάζει ο Ελλογιμώτατος Πρόεδρος της Φιλολογικής Στέγης Πειραιά κ. Στέφανος Μίλεσης στο πόνημά του «Τα θαύματα της πίστεως στον Πειραιά όπως καταγράφηκαν και αποτυπώθηκαν από εφημερίδες και έντυπα» εκδ. Αρχονταρίκι 2019, και ειδικώτερα το θαύμα της Παναγίας «Ρόδον το Αμάραντον» με την αποσόβηση της θανατηφόρου πανδημίας της ευλογιάς, όπως καταγράφεται στην Εφημερίδα ΣΦΑΙΡΑ φ. 9/3/1896 και της εμφανίσεως την 24-25/3/1929 της Υπεραγίας Θεοτόκου στον κατάμεστο Ι. Ναό Ευαγγελιστρίας Πειραιώς, όπως καταγράφεται στις Εφημερίδες ΑΚΡΟΠΟΛΙΣ στο φ. 29/3/1929 και ΣΚΡΙΠ στο φ. 29/3/1929.
Διακονούντες σε μία ευλογημένη Μητρόπολη της Αγιωτάτης Ορθοδόξου Καθολικής Εκκλησίας διά της χειροτονίας μας έχομε αναλάβει το πολυεύθυνο έργο της διακονίας του Σώματος της Εκκλησίας, που προϋποθέτει την ακριβεστάτη τήρηση «της άπαξ παραδοθείσης τοις αγίοις» (Ιουδ. 1,3) θείας αποκαλύψεως διά την υπέρβασιν της φθοράς και του θανάτου και τη μεταστοιχείωση του κόσμου σε Βασιλεία χρηστότητος, δικαιοσύνης, ειρήνης, αληθείας και αγάπης.
Συνεπώς, χρεωστούμε ενώπιον του Δομήτορος της Εκκλησίας Κυρίου, του καλέσαντος εμάς στην διακονία του Λαού του να διασφαλίζωμε και να μεταδίδωμε έργω και λόγω την ακαινοτόμητη πίστη των Αποστόλων, των Θεοφόρων Πατέρων και των Αγίων Οικουμενικών Συνόδων.
2. Η ψήφισις του παραπάνω νόμου από το Εθνικό μας Κοινοβούλιο αλλοιώνει και διαστρέφει την ανθρωπολογία και την φυσιολογία της Δημιουργίας Του Θεού, αποπειράται βλασφήμως να ακυρώση τον θείο Νόμο, που εκτύπως μας παραδίδεται διά της Παλαιάς και της Καινής Διαθήκης, κατ’ επιταγήν της «woke» ατζέντας και αντιτίθεται μανιωδώς στο Κανονικό πλαίσιο της Μιάς, Αγίας, Καθολικής και Αποστολικής Εκκλησίας, που διά Πνεύματος Αγίου εδόθη εις Αυτήν.
Κατά ταύτα, οι νομοθετήσαντες ως έννομο αγαθό την ανατροπή της ανθρώπινης οντολογίας και φυσιολογίας και θεσμοθετήσαντες την παρά φύσιν ασέλγειαν, που αποστερεί τον ανθρωπο της δυνατότητος θεοκοινωνίας κατά τον αψευδή λόγον του Δημιουργού: «ου μη καταμείνη το πνεύμά μου εν τοις ανθρώποις τούτοις εις τον αιώνα διά το είναι αυτούς σάρκας» (Γεν. 6,3), αποδεικνύει αυτούς έργω και λόγω ως περιφρονούντας τον θείο Νόμο και αντιστρατευομένους προς την σωτηρία και την αιώνιο προοπτική του ανθρωπίνου όντος, που καλείται να αποβή εκουσίως και αγαπητικώς ναός του Παναγίου Πνεύματος και ομοηθής προς τον Δημιουργόν Του, κατά τον Κυριακό λόγον: «εάν τις αγαπά με, τον λόγον μου τηρήσει, και ο πατήρ μου αγαπήσει αυτόν, και προς αυτόν ελευσόμεθα και μονήν παρ’ αυτώ ποιήσομεν» (Ιω.14, 23 ).
Επομένως αποδεικνύονται υπαιτίως ως συνεργοί του «αρχεκάκου όφεως» στην απομείωση του έργου της σωτηρίας και του ευαγγελικού μηνύματος και, ως οι θεοφόροι Πατέρες διακελεύουν, οικειοθελώς έχουν εκπέσει της χριστιανικής των ιδιότητος και η μετ’ αυτών κοινωνία εγκυμονεί τον κίνδυνον, διά τους ασθενεστέρους, αλλοιώσεως της πίστεως και ακυρώσεως του έργου της Εκκλησίας, που διαχρονικώς καλείται να καταρτίζη εν Πνεύματι Αγίω πολίτας της θείας Βασιλείας.
3. Προς προστασίαν της διακονίας μας και σεβασμόν της ενώπιον του Παναγίου Θεού ευθύνης μας, τηρουμένων και των διατάξεων του αρθρ. 4, παραγρ.9 του Καταστατικού Χάρτου της Εκκλησίας της Ελλάδος (Ν. 590/1977- ΦΕΚ Α΄ 146) διακόπτουμε την κοινωνία μας με τους ψηφίσαντας εναντίον του θείου Νόμου, με ο, τι αυτό συνεπάγεται, μη προσκαλούντες αυτούς εις οιανδήτινα εκδήλωσιν των Ενοριών μας, άχρι της εμπράκτου μεταμελείας των διά της ακυρώσεως διά του Εθνικού Κοινοβουλίου του αισχίστου αυτού νομοθετήματος.
Διατελούμε εν προσευχή προς τον Κύριον ημών Ιησούν Χριστόν, τον δι’ ημάς σαρκωθέντα Λυτρωτήν του ανθρωπίνου γένους και την Υπερύμνητη Μητέρα Του και καλούμε τον πιστό λαό του Θεού σε έμπρακτη μετάνοια για την βλασφημία και ύβρι κατά της αμωμήτου ημών πίστεως που συνετελέσθη με την ψήφισι του Ν. 5089 ΦΕΚ Α΄ 27/17.2.2024.
Το παρόν ψήφισμα αναγνώστηκε και εγκρίθηκε από την Σύναξή μας.