Σε μια καθοριστική τροπή για την υπόθεση που είχε συγκλονίσει το πανελλήνιο, οι αστυνομικές Αρχές προχώρησαν σήμερα στη σύλληψη του γιου της 87χρονης Ελένης Παπαδοπούλου. Η ηλικιωμένη γυναίκα, χήρα πρώην υπουργού του ΠΑΣΟΚ, είχε εντοπιστεί απανθρακωμένη στο διαμέρισμά της στο Κολωνάκι, με την αρχική εκτίμηση να έκανε λόγο για ατύχημα. Ωστόσο, τα νέα στοιχεία μετέτρεψαν την υπόθεση σε θρίλερ, οδηγώντας τον Εισαγγελέα στην άσκηση ποινικής δίωξης και στην έκδοση εντάλματος σύλληψης εις βάρος του γιου της.
Το χρονικό της ανατροπής και ο ρόλος της έρευνας
Για σχεδόν τέσσερα χρόνια, η επικρατούσα εκδοχή απέδιδε τον τραγικό θάνατο της επονομαζόμενης «αρχόντισσας του Κολωνακίου» σε δυστύχημα που προκλήθηκε από αναμμένο τσιγάρο. Η εικόνα αυτή κατέρρευσε μετά από βαθύτερη έρευνα και την καθοριστική συμβολή της εκπομπής «Φως στο Τούνελ», η οποία ανέδειξε αντιφάσεις και κενά. Η εισαγγελική παρέμβαση που ακολούθησε άλλαξε τα δεδομένα, χαρακτηρίζοντας τον θάνατο ως δολοφονία και ανοίγοντας έναν νέο κύκλο ανακρίσεων που εστίασε στο στενό οικογενειακό περιβάλλον του θύματος.
Ο συλληφθείς, ο οποίος είχε δώσει ανωμοτί κατάθεση ως ύποπτος στους αξιωματικούς του Τμήματος Ανθρωποκτονιών, αρνείται τις κατηγορίες. Σύμφωνα με πληροφορίες, δεν αποδέχεται το σενάριο της εγκληματικής ενέργειας και εμμένει στη θεωρία περί αυτανάφλεξης, την οποία υποστήριζε εξαρχής. Αναμένεται να οδηγηθεί στον Εισαγγελέα, ενώ τη Δευτέρα θα βρεθεί ενώπιον του ανακριτή για να απολογηθεί.
Τα ευρήματα που «έδειξαν» εγκληματική ενέργεια
Η δικαστική διερεύνηση κατέληξε στο συμπέρασμα της ανθρωποκτονίας κατόπιν συνδυαστικής μελέτης των εργαστηριακών και ιατροδικαστικών εκθέσεων. Τα πορίσματα της Πυροσβεστικής Υπηρεσίας ήταν καταλυτικά, καθώς χαρακτήρισαν τη φωτιά προσχεδιασμένη, εντοπίζοντας ίχνη εύφλεκτου υγρού τόσο στον χώρο όσο και στο σώμα της άτυχης γυναίκας.
Επιπλέον, οι τοξικολογικές εξετάσεις αποκάλυψαν μια διαφορετική πραγματικότητα από αυτή του ατυχήματος. Στον οργανισμό της 87χρονης εντοπίστηκε ηρεμιστική ουσία, ενώ το ποσοστό μονοξειδίου του άνθρακα στο αίμα της μετρήθηκε μόλις στο 5%. Το χαμηλό αυτό ποσοστό θεωρείται επιστημονικά μη συμβατό με άτομο που κατέληξε από τις αναθυμιάσεις πυρκαγιάς ενώ βρισκόταν εν ζωή. Το στοιχείο αυτό οδήγησε τις Αρχές στο συμπέρασμα ότι το θύμα είχε εξουδετερωθεί ή ήταν ήδη νεκρό πριν ξεσπάσει η φωτιά, η οποία χρησιμοποιήθηκε ως μέσο συγκάλυψης της πράξης.