Πριν από δύο αιώνες , ο πιο καθοριστικός παράγοντας στη ζωή ενός ανθρώπου ήταν η κοινωνική τάξη του και αμέσως μετά το φύλο του. Σήμερα έχει μεγαλύτερη σημασία ο τόπος που γεννήθηκε.
Οι ευκαιρίες για «ζωή, ευτυχία και αναζήτηση για μια καλύτερη τύχη» εξαρτώνται σήμερα περισσότερο από τον τόπο στον οποίο ζει κάποιος. Στον σύγχρονο κόσμο ανακαλύπτει κάποιος τεράστιες διαφορές: την ειλικρίνεια της κυβέρνησης της Ιαπωνίας, και τη διαφθορά της Γερμανίας (Ζήμενς, Φαρμακοβιομηχανίες, πολεμικές βιομηχανίες, V.W κ.α), τη δημοκρατία της Ελβετίας και το δεσποτισμό της Βρετανίας, τον πλούτο της Κίνας και την ένδεια της Αφρικής. Πριν από λίγα χρόνια η Παγκόσμια τράπεζα εξέφρασε την εκτίμηση ότι το βιοτικό επίπεδο ενός οδηγού φορτηγού στις Η.Π.Α είναι δέκα φορές παραπάνω από τον οδηγό φορτηγού στην Κένυα. Η οδήγηση στην Ουάσιγκτον, όμως, προϋποθέτει μάλλον λιγότερη δεξιοτεχνία από την οδήγηση στο Ναϊρόμπι.
Πόσο μπορεί να αλλάξει αυτό με την παγκοσμιοποίηση; Η απάντηση είναι ότι οι οικονομικά εύρωστες χώρες επενδύουν περισσότερο στις ικανότητες των ανθρώπων. Όταν καλλιεργούνται οι ικανότητες των ανθρώπων, αυξάνονται οι αποδόσεις του ανθρώπινου κεφαλαίου και των ανειδίκευτων εργατών και η οικονομική δραστηριότητα είναι πιο αποτελεσματική. Προωθείται η οικονομική πρόοδος και βελτιώνεται το θεσμικό περιβάλλον που προστατεύει τα δικαιώματα ιδιοκτησίας, προσφέρει έντιμη και αποτελεσματική γραφειοκρατία και ανεξάρτητη δικαιοσύνη, ενώ παράλληλα παρέχει υγεία, εκπαίδευση και αξιόπιστη υποδομή. Έπονται πολίτες που ενθαρρύνουν τους ανθρώπους να γίνουν παραγωγικοί.
Στις χώρες που έχουν εγκλωβιστεί στην ένδεια, παρατηρείται η αντίστροφη διαδικασία, καθώς η φτώχεια δημιουργεί έναν φαύλο κύκλο αναξιοπιστίας διακυβέρνησης, χαμηλής ανάπτυξης, ανεπαρκούς εκπαίδευσης και κατάρτισης και πάλι αναξιόπιστης διακυβέρνησης. Ας εξετάσουμε τον αντίκτυπο της παγκόσμιας οικονομικής ενοποίησης. Στα μέσα του 20ου αιώνα το χάσμα ανάμεσα στις αποδοχές των χωρών υψηλού εισοδήματος και σ’ εκείνες των υπολοίπων είχε διευρυνθεί τόσο ώστε ορισμένες αναπτυσσόμενες χώρες να αποδεικνύονται οι πλέον ανταγωνιστικές στις βιομηχανίες εντάσεως εργασίας.
Οι χώρες της ανατολικής Ασίας, συμπεριλαμβανομένης της Κίνας, εκμεταλλεύτηκαν επιτυχώς την ευκαιρία με αποτέλεσμα να μειωθούν οι φτωχοί και να περιοριστεί η ανισότητα μέσα στις δυο τελευταίες δεκαετίες. Δυστυχώς, άλλες ευκαιρίες για το εμπόριο δεν είχαν εξίσου σημαντικό αντίκτυπο. Οι εξαγωγές πρώτων υλών τείνουν να δημιουργούν θυλάκους εξαγωγών και λύματα, ενώ τα έσοδα που αποφέρουν καταλήγουν στα χέρια διαφθαρμένων κυβερνήσεων. Οι εισροές κεφαλαίων δεν ανατρέπουν τις τάσεις αυτές, επειδή διοχετεύονται στους σχετικά πλουσίους ή επιτυχημένους μεταξύ των φτωχών. Σύμφωνα με τους καθηγητές Α. Τέιλορ και Μ. Ομπστφελντ του πανεπιστημίου της Καλιφόρνιας, το 1990 οι αναπτυσσόμενες χώρες των χωρών της Ασίας, Λατινικής Αμερικής και Αφρικής βαρύνονταν με το 3% των παγκόσμιων υποχρεώσεων. Σήμερα το ποσοστό αυτό έχει μειωθεί στο 11% στα χαμηλότερα επίπεδα της ιστορίας.
Το 1913, περίπου το ήμισυ των άμεσων επενδύσεων και των επενδύσεων χαρτοφυλακίου κατέληγε σε χώρες των οποίων το κατά κεφαλήν εισόδημα ήταν μικρότερο του 40% εκείνου των Ηνωμένων Πολιτειών Αμερικής. Σήμερα, το ποσοστό των εισροών μόλις φθάνει το 10%, μολονότι οι χώρες αυτές αντιπροσωπεύουν μεγαλύτερη μερίδα του παγκόσμιου πληθυσμού. Αυτό σημαίνει ότι τα κεφάλαια επενδύονται εκεί όπου ζουν οι πλούσιοι. Το 2025 οι κατά κεφαλήν επενδύσεις στις χώρες υψηλού εισοδήματος με πληθυσμό 900 εκατομμύρια υπερέβαινε τα 6.000 δολάρια, στις χώρες μέσου εισοδήματος με πληθυσμό 2,7 δισεκατομμύρια άτομα, ήταν 1.350 δολάρια , ενώ στις χώρες χαμηλού εισοδήματος με πληθυσμό 2,5 δισεκατομμύρια άτομα ήταν μόλις 400 δολάρια.
Οι χώρες υψηλού εισοδήματος επενδύουν 15 φορές περισσότερο κατά κεφαλήν από τις χώρες χαμηλού εισοδήματος. Το ίδιο ισχύει και για τις επενδύσεις στην εκπαίδευση. Είναι φυσικό οι εκατοντάδες εκατομμυρίων ανθρώπων που είναι παγιδευμένοι στις φτωχές χώρες να επιθυμούν απελπισμένα να αποδράσουν. Η μεταναστευτική πολιτική, όμως, των χωρών υψηλού εισοδήματος είναι πολύ αυστηρή π.χ Γερμανία Ολλανδία , Ουγγαρία ΗΠΑ κ.α. Υπό αυτήν την έννοια είναι προφανές πόσο σημασία έχουν τα σύνορα: δεν μπορούν να τα διασχίσουν οι άνθρωποι. Τα σύνορα είναι απελπιστικά ενοχλητικά για τις πολυεθνικές εταιρείες και την νεοφιλελεύθερη οικονομία που θέλει να εκμηδενίσει την ανθρώπινη αξία των εργαζομένων μπροστά στο κέρδος.
Διεθνώς η ελεγχόμενη οικονομική μετανάστευση έχει ευεργετικές συνέπειες ιδιαιτέρως μέσω του εκτεταμένου εμπορίου σε προϊόντα του μεταποιητικού κλάδου. Υπάρχει, όμως, ακόμη υπερβολικός προστατευτισμός στον κόσμο απέναντι στα μεταλλαγμένα και άλλα φθηνά προϊόντα. Εξ άλλου , τα κεφάλαια κινούνται από τις πλούσιες σε άλλες πλούσιες χώρες ή σε όσες από τις φτωχές έχουν ήδη προοδεύσει. Κατά συνέπεια , μια σημαντική μερίδα της ανθρωπότητας βρίσκεται εγκλωβισμένη σε δυστυχισμένους τόπους, με κακές πολιτικές και κακή διακυβέρνηση, χρειάζονται μεγάλες αλλαγές για να αξιοποιήσει μια μεγαλύτερη μερίδα του παγκόσμιοι πληθυσμού τις ευκαιρίες που προσφέρει η οικονομική ενοποίηση

Ο Χρήστος Η. Χαλαζιάς γεννήθηκε στο Μεσολόγγι και από το 1967 ζει στην Αθήνα. Εργάζεται ως αρθογράφος στην έντυπη δημοσιογραφία και ως σχολιαστής στα ηλεκτρονικά μέσα ενημέρωσης. Έχει εργασθεί σε Αθηναϊκές εφημερίδες και περιοδικά καθώς επίσης και σε όλα σχεδόν τα ηλεκτρονικά μέσα. Άρθρα του έχουν αναδημοσιευτεί σε αγγλικά, γαλλικά, ιταλικά και αραβικά έντυπα. Ήταν διευθυντής της Επιθεώρησης “Για την Αριστερά”, της “Επιθεώρησης για την Τέχνη και τον Πολιτισμό”, του ελληνοαραβικού περιοδικού “Πολιτισμός” και του περιοδικού “Συνεργασία των λαών”.Έχει συμμετάσχει στη συγγραφή του “Χρονικού του 20ου αιώνα”, στην εγκυκλοπαίδεια “Υδρία-Cambridge’ s – Ήλιος”, στο λεξικό “Εξάντας – Duden”, στη “Μεγάλη Ιστορία του 20ου αιώνα” κ.ά. Είχε εκδώσει το πρώτο περιοδικό για τον Ελληνισμό με τον τίτλο “Ελληνισμός” και την εφημερίδα “Δόρυ”.